"Το αίσθημα της φιλίας συνίσταται στο να επιθυμεί κανείς για έναν άλλον αυτά που θεωρεί αγαθά, χάριν του φίλου και όχι του εαυτού του, και να το επιθυμεί όσο μπορεί, να το κάνει πράξη."
Έτσι ορίζει ο Αριστοτέλης τη φιλία στη "Ρητορική" του.
Πυλάδης:
«Και τι θα πω, κάποτε, γυρίζοντας στους Δελφούς, την ακρόπολη της Φωκίδας; Ότι
ήμουν φίλος σου όταν όλα ήταν καλά, αλλά όταν σε βρήκε η δυστυχία, σε
εγκατέλειψα; Όχι, αυτό δεν γίνεται. Είναι και δική μου υπόθεση.»
Ορέστης:
«Να τη, αυτή η παλιά ρήση: “Ν’ αποκτάς φίλους και όχι μόνο συγγενείς”, γιατί
από χιλιάδες συγγενείς, ο φίλος είναι καλύτερος – αυτός που, αν και ξένος,
γίνεται ένα με σένα στη ζωή.»
Ο Πυλάδης, μοναδικός γιος του μυθικού
βασιλιά της Φωκίδας, Στρόφιου, και εγγονός του Φώκου, ήταν ένας εξαίρετος νέος,
μεγαλωμένος με αγάπη, αρετές και παιδεία, όπως αρμόζει σε γόνο βασιλικής
οικογένειας. Μητέρα του ήταν η Αναξίβια, γνωστή και ως Αντυόχη, κόρη του Ατρέα
και της Αερόπης, αδελφή του Αγαμέμνονα, του Μενέλαου και της Κλυταιμνήστρας.
Όταν ο Πυλάδης ήταν ακόμη παιδί, έφεραν
στην αυλή του Στρόφιου τον επίσης ανήλικο Ορέστη, καθώς η μητέρα του, η
Κλυταιμνήστρα, είχε συνάψει σχέση με τον Αίγισθο με σκοπό τη δολοφονία του
Αγαμέμνονα, ως εκδίκηση για τη θυσία της Ιφιγένειας. Τα δύο πρώτα ξαδέλφια
μεγάλωσαν μαζί, έγιναν αχώριστοι, και η φιλία τους έγινε θρυλική σε ολόκληρο
τον αρχαίο κόσμο.
Πολλές αρχαίες πηγές μαρτυρούν ότι η
Φωκίδα διατηρεί ζωντανή την ανάμνηση της φιλίας του Ορέστη και του Πυλάδη, οι
οποίοι, έχοντας ως μάρτυρά τους τον θεό Απόλλωνα, «έπλευσαν
μαζί στη ζωή σαν σε ένα πλοίο». Μαζί σκότωσαν την Κλυταιμνήστρα, σαν να
ήταν και οι δύο γιοι του Αγαμέμνονα, και από κοινού σκότωσαν τον Αίγισθο.
Ο Πυλάδης υπέφερε περισσότερο ακόμη κι από
τον φίλο του από την τιμωρία που ακολούθησε τη μητροκτονία. Ο Ορέστης, πριν
προβεί στην πράξη, δίστασε, φοβούμενος τις Ερινύες· τότε ήταν ο Πυλάδης που τον
έπεισε πως θα πράξει το σωστό: " υπέρ του πατρός σου θα πράξεις το δίκαιον" , παίρνοντας εκδίκηση για τον πατέρα του. Στην
υπεράσπιση του Ορέστη, ο Πυλάδης σκότωσε και τους δύο γιους του Ναυπλίου, τον
Οίακα και τον Ναυσιμέδοντα, όταν εκείνοι επιχείρησαν να τον επιτεθούν υπερασπιζόμενοι
τον Αίγισθο.
Μετά τον φόνο της Κλυταιμνήστρας και του
Αίγισθου, ο Πυλάδης επιστρέφει στη Φωκίδα, αλλά εξορίζεται από τον πατέρα του,
Στρόφιο, εξαιτίας της συμμετοχής του στο έγκλημα των Μυκηνών. Παρ’ όλα αυτά, ο
Πυλάδης επιστρέφει στο πλευρό του Ορέστη και τον βοηθά να καταστρώσει σχέδιο
για να αποφύγει την εκτέλεση. Μαζί επιχειρούν να δολοφονήσουν την Ελένη, σύζυγο
του Μενέλαου, αφού αποδεικνύεται ότι δεν βοηθά στην προστασία του Ορέστη. Η
απόπειρα αποτυγχάνει έπειτα από τη θεϊκή παρέμβαση του Απόλλωνα.
Κατά τη διάρκεια αυτής της αναστάτωσης,
έχουν πάρει όμηρο την Ερμιόνη, κόρη της Ελένης και του Μενέλαου. Ο Απόλλωνας
εμφανίζεται για να διευθετήσει την κατάσταση και δίνει εντολές: να παντρευτεί ο
Πυλάδης την Ηλέκτρα, αδελφή του Ορέστη, και ο Ορέστης να λάβει ως σύζυγο την
Ερμιόνη.
Για να λυτρωθεί από τους διωγμούς των
Ερινυών, ο Ορέστης διατάσσεται από τον Απόλλωνα να πάει στην Ταυρίδα και να
φέρει στην Αθήνα το άγαλμα της Άρτεμης, που είχε πέσει από τον ουρανό. Ο
Ορέστης ταξιδεύει μαζί με τον Πυλάδη, αλλά συλλαμβάνονται αμέσως, αφού το
τοπικό έθιμο απαιτούσε τη θυσία των ξένων στην Άρτεμη, και επειδή ο Ορέστης
είναι μητροκτόνος.
Ο Ορέστης κυριεύεται από μανία, φοβούμενος
τους βαρβάρους. Ο Πυλάδης τον φροντίζει με αυτοθυσία μέχρι να αναρρώσει. Η ιέρεια
της Άρτεμης, επιφορτισμένη να τελέσει τη θυσία, είναι η Ιφιγένεια – αδελφή του
Ορέστη – η οποία, αγνοώντας την ταυτότητά του, του προτείνει να τον αφήσει
ελεύθερο εάν μεταφέρει μια επιστολή στην Ελλάδα. Ο Ορέστης αρνείται να σωθεί
και ζητά από τον Πυλάδη να πάρει εκείνος την επιστολή, μένοντας πίσω για να
θανατωθεί. Ο Πυλάδης αρνείται· προτείνει να θυσιαστεί εκείνος αντί για τον φίλο
του, αλλά τελικά πείθεται να φύγει. Το περιεχόμενο της επιστολής αποκαλύπτει
την ταυτότητα του Ορέστη, και οι δυο αδέλφια αναγνωρίζονται. Τελικά, οι τρεις
τους δραπετεύουν, παίρνοντας μαζί τους το άγαλμα της Άρτεμης.
Επιστρέφουν στη Φωκίδα, όπου αφήνουν την
Ιφιγένεια στους Δελφούς. Μετά τη λήξη των συγκρούσεων στις Μυκήνες, ο Ορέστης
γίνεται βασιλιάς του Άργους, των Μυκηνών και της Λακεδαίμονας. Ο Πυλάδης
επιστρέφει στη Φωκίδα και αποκτά με την Ηλέκτρα δύο παιδιά: τον Μέδοντα και τον
Στρόφιο τον Νεότερο.
Οι περιπέτειες του Πυλάδη και
του Ορέστη απαθανατίστηκαν από σπουδαίους αρχαίους συγγραφείς: τον Ευριπίδη στα
έργα Ηλέκτρα, Ορέστης, Ιφιγένεια
εν Ταύροις· τον Σοφοκλή στα έργα Ηλέκτρα και Χρύσης·
τον Αισχύλο στο έργο Χοηφόροι·
τον Μάρκο Πακούβιο επίσης στο Χρύσης και
τον Σενέκα τον Νεότερο στον Αγαμέμνονα.
Πολλοί καλλιτέχνες απεικόνισαν τη φιλία και τις περιπέτειες των δύο φίλων σε
εξαιρετικούς πίνακες, μεταξύ των οποίων και ο φιλέλληνας ζωγράφος Τζόρτζιο ντε
Κίρικο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου